Παρασκευή 8 Αυγούστου 2014

ΣΥΧΝΑ ΛΑΘΗ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΛΟΓΟΥ


ΣΥΝΗΘΙΣΜΕΝΑ ΛΑΘΗ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΛΟΓΟΥ

 

Ø  Μη κατανόηση των ζητούμενων της έκθεσης. Αυτό οφείλεται συχνά στη βιαστική ανάγνωση της εκφώνησης. Ποτέ δεν αρχίζουμε να γράφουμε την έκθεσή μας, αν δεν έχουμε διαβάσει προσεκτικά το θέμα.

Ø  Μη διάκριση δεδομένων – ζητούμενων. Απαραίτητη προϋπόθεση, πριν ξεκινήσουμε να γράφουμε την έκθεση μας, είναι να διακρίνουμε τα δεδομένα (τι μας δίδεται ως ισχύον) και τα ζητούμενα (τι καλούμαστε εμείς να γράψουμε). Τα δεδομένα αναπτύσσονται σχεδόν πάντα στον πρόλογο.

Ø  Μη ισόρροπη ανάπτυξη των ζητούμενων. Προφανώς, αν έχουμε να καλύψουμε δύο ζητούμενα (αυτό ισχύει συνήθως) δεν είναι υποχρεωτικό να αφιερώσουμε τον ίδιο αριθμό λέξεων και για τα δύο. Είναι εξαιρετικά πιθανόν να απαιτείται διεξοδικότερη ανάλυση για ένα από τα δύο. Ωστόσο, σε καμιά περίπτωση δεν μπορούμε να αναπτύξουμε εντελώς άνισα τα ζητούμενα π.χ. τρεις παράγραφοι για το ένα – μία για το άλλο.

Ø  Απουσία συνοχής και συνεκτικότητας στο κείμενό μας. Πρέπει να μεταβαίνουμε ομαλά από τη μία ιδέα στην άλλη και όχι να συνδέουμε τυχαία τα επιχειρήματά μας ή να καταλήγουμε σε αυθαίρετα συμπεράσματα. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται και ως προς τη χρήση των κατάλληλων διαρθρωτικών λέξεων. Λέξεις όπως: επίσης, όμως, αλλά, δεν ταιριάζουν σε όλες τις περιπτώσεις.

Ø  Επαναλήψεις. Είναι απαραίτητο να κάνουμε ένα σύντομο σχεδιάγραμμα στο πρόχειρο, όχι μόνο για την πληρότητα του περιεχομένου, την κατάλληλη ομαδοποίηση, την ιεράρχηση των επιχειρημάτων, αλλά και για να αποφύγουμε τις επαναλήψεις. Επίσης, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί με τις επαναλήψεις στην έκφρασή μας (π.χ. συχνές επαναλήψεις διαρθρωτικών λέξεων-φράσεων, επαναλήψεις λέξεων-κλειδιών).

Ø  Κάθε κειμενικό είδος έχει συγκεκριμένες απαιτήσεις ως προς τη δομή και το ύφος. Δε νοείται, επί παραδείγματι, να ζητείται η σύνταξη άρθρου και να μη βάλουμε τίτλο στο κείμενό μας. Θα πρέπει, ανάλογα με το κειμενικό είδος, να εφαρμόζουμε τους κανόνες, όπως τους έχουμε μάθει από τη θεωρία για την απαιτούμενη δομή. Παράλληλα, πρέπει να προσαρμόζουμε το ύφος μας στις περιστάσεις επικοινωνίας. Δεν μπορεί, παραδείγματος χάριν, ένα αποδεικτικό δοκίμιο να έχει πολλά στοιχεία προφορικού λόγου και απλοϊκό ύφος, όπως, αντίστοιχα, ένα κείμενο σε νεανικό περιοδικό δε θα έπρεπε να είναι «φορτωμένο» με εξεζητημένες λέξεις- φράσεις και υπερβολικά επίσημο ύφος.

Ø  Δεν υπάρχει η «πολυτέλεια» να αναπτύσσουμε ένα μόνο επιχείρημα ανά παράγραφο (εκτός κι αν έχουμε κάνει κατάλληλη ομαδοποίηση, με αποτέλεσμα, παραδείγματος χάριν, να εξετάζουμε σε μία παράγραφο χαρακτηριστικά της σύγχρονης εποχής). Για κάθε ζητούμενο μπορούμε ΔΥΝΗΤΙΚΑ να βρούμε πάνω από δέκα επιχειρήματα – ιδέες (δεν αναφερόμαστε κατ’ ανάγκη στην αυστηρή λογική δομή του επιχειρήματος, όπως τη διδασκόμαστε στη θεωρία). Επομένως, δεν είναι λογικό να «θυσιάσουμε» πάνω από τα μισά μας επιχειρήματα, ιδίως, όταν το σημαντικότερο στοιχείο στην αξιολόγηση της παραγωγής λόγου είναι το περιεχόμενο. Ωστόσο, δεν έχουμε την αντικειμενική δυνατότητα να παραθέσουμε όλα τα επιχειρήματά μας με το δεδομένο περιορισμό των λέξεων και την ανάγκη τεκμηρίωσής τους. Άρα, δεν πρέπει απλώς να παραθέτουμε (συσσώρευση με ασύνδετο σχήμα) ιδέες, τις οποίες δεν αναπτύσσουμε. Απαιτείται κριτική ικανότητα για τη διαλογή των σημαντικότερων επιχειρημάτων και στη συνέχεια η κατάλληλη ομαδοποίησή τους, ούτως ώστε και να παραθέσουμε όσο το δυνατόν περισσότερα επιχειρήματα- ιδέες και να τα αναπτύξουμε όσο γίνεται επαρκέστερα.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου